fripon
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- fripon < → δείτε τη λέξη friper
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fripon | fripons |
θηλυκό | friponne | friponnes |
fripon (fr)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fripon | fripons |
θηλυκό | friponne | friponnes |
fripon (fr)