Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
forestkeeper
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
forestkeeper
forestkeepers
Ετυμολογία
επεξεργασία
forestkeeper
< →
δείτε
τις λέξεις
forest
και
keeper
Ουσιαστικό
επεξεργασία
forestkeeper
(en)
ο/η
δασονόμος
≈
συνώνυμα
:
forest ranger
,
park ranger