• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

fond

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Ομώνυμα / Ομόηχα
  • 2 Ρουμανικά (ro)
    • 2.1 Ουσιαστικό

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /fɔ̃ /
  (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
fond fonds

fond (fr) αρσενικό

  1. ο βυθός
  2. ο πυθμένας
  3. η βάση

Ομώνυμα / ΟμόηχαΕπεξεργασία

  • fonds



Ρουμανικά (ro)Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

fond (ro)

  1. κεφάλαιο, ταμείο, απόθεμα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=fond&oldid=5301045"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 00:06
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 00:06.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie