flegistino
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- flegistino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flegistino | flegistinoj |
αιτιατική | flegistinon | flegistinojn |
flegistino (eo)
- η νοσοκόμα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flegistino | flegistinoj |
αιτιατική | flegistinon | flegistinojn |
flegistino (eo)