Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

faux derche → δείτε τις λέξεις faux και derche

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
faux derche faux derches

faux derche (fr) αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία