Ετυμολογία

επεξεργασία
fanfaronnade < fanfaron + -ade

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /fɑ̃.fa.ʁɔ.nad/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
fanfaronnade fanfaronnades

fanfaronnade (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία