falto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- falto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | falto | faltoj |
αιτιατική | falton | faltojn |
falto (eo)
- η ρυτίδα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | falto | faltoj |
αιτιατική | falton | faltojn |
falto (eo)