Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
exploseur
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
exploseur
exploseurs
Ουσιαστικό
επεξεργασία
exploseur
(fr)
αρσενικό
μηχανισμός
πυροδότησης
ενός
εκρηκτικού
από απόσταση
Συγγενικά
επεξεργασία
exploser
exploseur
explosibilité
explosible
explosif
-
explosive
explosif
explosion