Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

en vue → δείτε τις λέξεις en και vue

  Επιρρηματική έκφραση επεξεργασία

en vue (fr)

  1. εν όψει, ορατός
    notre destination est en vue - ο προορισμός μας είναι εν όψει
  2. (μεταφορικά) σύγχρονος, γνωστός, σπουδαίος
    c'est un personnage très en vue de notre société
    είναι ένα πολύ σπουδαίο / γνωστό πρόσωπο της εταιρείας/κοινωνίας μας

Δείτε επίσης επεξεργασία