egiptologo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- egiptologo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | egiptologo | egiptologoj |
αιτιατική | egiptologon | egiptologojn |
egiptologo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | egiptologo | egiptologoj |
αιτιατική | egiptologon | egiptologojn |
egiptologo (eo)