Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας double back
γ΄ ενικό ενεστώτα doubles back
αόριστος doubled back
παθητική μετοχή doubled back
ενεργητική μετοχή doubling back

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις double και back

  Ρήμα επεξεργασία

double back (en)

  1. γυρνώ πίσω από την κατεύθυνση/διαδρομή που ήρθα
  2. πισωγυρνώ, πισωγυρίζω
  3. (κατ’ επέκταση) επανεξετάζω εσφαλμένη διαδικασία, ξεκινώ από την αρχή λόγω λάθους ή ξεκινώ από το σημείο του λάθους