double
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
double (fr)
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
double (en) (χωρίς παραθετικά)
Επίρρημα επεξεργασία
double (en) (χωρίς παραθετικά)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
double | doubles |
double (en)
Ρήμα επεξεργασία
ενεστώτας | double |
γ΄ ενικό ενεστώτα | doubles |
αόριστος | doubled |
παθητική μετοχή | doubled |
ενεργητική μετοχή | doubling |
double (en)
επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Πατώντας εδώ θα δείτε όλες τις λέξεις του Βικιλεξικού που αρχίζουν με «double-» (αγγλικά)