Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

dobra (pl) ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

dobra (pl) (θηλυκό pl)

  Επίρρημα

επεξεργασία

dobra (pl)

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

dobra (pl)