distrikto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- distrikto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | distrikto | distriktoj |
αιτιατική | distrikton | distriktojn |
distrikto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | distrikto | distriktoj |
αιτιατική | distrikton | distriktojn |
distrikto (eo)