diskuto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | diskuto | diskutoj |
αιτιατική | diskuton | diskutojn |
diskuto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | diskuto | diskutoj |
αιτιατική | diskuton | diskutojn |
diskuto (eo)