dilly-dally
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενεστώτας | dilly-dally |
γ΄ ενικό ενεστώτα | dilly-dallies |
αόριστος | dilly-dallied |
παθητική μετοχή | dilly-dallied |
ενεργητική μετοχή | dilly-dallying |
Ρήμα επεξεργασία
dilly-dally (en)
ενεστώτας | dilly-dally |
γ΄ ενικό ενεστώτα | dilly-dallies |
αόριστος | dilly-dallied |
παθητική μετοχή | dilly-dallied |
ενεργητική μετοχή | dilly-dallying |
dilly-dally (en)