destructif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | destructif | destructifs |
θηλυκό | destructive | destructives |
Επίθετο
επεξεργασίαdestructif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | destructif | destructifs |
θηλυκό | destructive | destructives |
destructif (fr)