deka
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deka | dekaj |
αιτιατική | dekan | dekajn |
deka (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deka | dekaj |
αιτιατική | dekan | dekajn |
deka (eo)