ενικός         πληθυντικός  
deep cut deep cuts

  Ετυμολογία

επεξεργασία
deep cut < → δείτε τις λέξεις deep και cut

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

deep cut (en)

  1. (μουσική) τραγούδι γνωστού καλλιτέχνη, το οποίο δεν συγκαταλέγεται στα δημοφιλή του, αυτά που γνωρίζει το ευρύ κοινό, το οποίο είναι γνωστό μόνο στους επαΐοντες
  2. (κατ’ επέκταση) κάθε λιγότερο γνωστό ή ασυνήθιστο έργο καλλιτέχνη ή δημιουργού που κατά κανόνα είναι σε γνώση μόνο των ειδικών