Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
culeron
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
culeron
<
culeron
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
culeron
culerons
culeron
(fr)
αρσενικό
δερμάτινη
ζώνη
που περνάει κάτω από την ουρά ενός
αλόγου
,
μουλαριού
κ.α. και εμποδίζει την
σέλα
να προχωρήσει