croisé
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | croisé | croisés |
θηλυκό | croisée | croisées |
croisé (fr)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
croisé | croisés |
croisé (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | croisé | croisés |
θηλυκό | croisée | croisées |
croisé (fr)
ενικός | πληθυντικός |
croisé | croisés |
croisé (fr) αρσενικό