copiously
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | copiously |
συγκριτικός | more copiously |
υπερθετικός | most copiously |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαcopiously (en)
παραθετικά | |
θετικός | copiously |
συγκριτικός | more copiously |
υπερθετικός | most copiously |
copiously (en)