cone
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
cone | cones |
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
cone (en)
- (γεωμετρία) ο κώνος
- ⮡ Traffic cones are placed on roads to temporarily redirect traffic in a safe manner.
- Οι κώνοι κίνησης τοποθετούνται σε δρόμους για να ανακατευθύνουν προσωρινά την κυκλοφορία με ασφαλή τρόπο.
- ⮡ Traffic cones are placed on roads to temporarily redirect traffic in a safe manner.
- (γλυκό) το παγωτό χωνάκι
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τον όρο ice cream cone