cirklo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | cirklo | cirkloj |
αιτιατική | cirklon | cirklojn |
cirklo (eo)
- ο κύκλος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | cirklo | cirkloj |
αιτιατική | cirklon | cirklojn |
cirklo (eo)