circulaire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαcirculaire < λατινική circularis
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /siʁ.ky.lɛʁ/
- ⓘ
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
circulaire | circulaires |
circulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcirculaire (fr) θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη cercle