child's play
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) κάτι πολύ εύκολο, το ευκολάκι, το παιχνιδάκι (στη μεταφορική σημασία)
- ↪ Once you get the hang of it, it’s child’s play.
- Μόλις του πάρεις το κόλπο, είναι παιχνιδάκι.
- ↪ Once you get the hang of it, it’s child’s play.
Συνώνυμα επεξεργασία
- → δείτε την έκφραση piece of cake