chemise
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- chemise < υστερολατινική camisia < γαλατική camisia < πρωτογερμανική *hamiþiją (ρούχο, πουκάμισο) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ḱam- (κάλυμμα, ρούχο)
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαchemise (fr)
Παράγωγα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- chemise - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé
- chemise - Dictionnaire de français (Λεξικό της γαλλικής γλώσσας) - Larousse online