Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
chatbot chatbots

  Ετυμολογία επεξεργασία

chatbot < chat + bot

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈtʃætbɑt/
 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

chatbot (en)