celebret
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
celebret | celebrets |
celebret (fr) αρσενικό
- (θρησκεία) για τους καθολικούς, έγγραφο που επιτρέπει σε έναν ιερέα να εορτάζει την Θεία Ευχαριστία σε οποιοδήποτε μέρος
Επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη célébrer