carte mère
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
carte mère | cartes mères |
carte mère (fr) θηλυκό
- (πληροφορική) → δείτε τη λέξη carte-mère
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
carte mère | cartes mères |
carte mère (fr) θηλυκό