cancéreux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cancéreux | cancéreux |
θηλυκό | cancéreuse | cancéreuses |
cancéreux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cancéreux | cancéreux |
θηλυκό | cancéreuse | cancéreuses |
cancéreux (fr)