Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

cache-prise < cacher + prise

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
cache-prise cache-prises

cache-prise (fr) αρσενικό