burĝo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- burĝo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | burĝo | burĝoj |
αιτιατική | burĝon | burĝojn |
burĝo (eo)
- ο αστός
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | burĝo | burĝoj |
αιτιατική | burĝon | burĝojn |
burĝo (eo)