bezona
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bezona | bezonaj |
αιτιατική | bezonan | bezonajn |
bezona (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bezona | bezonaj |
αιτιατική | bezonan | bezonajn |
bezona (eo)