batalemulo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- batalemulo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | batalemulo | batalemuloj |
αιτιατική | batalemulon | batalemulojn |
batalemulo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | batalemulo | batalemuloj |
αιτιατική | batalemulon | batalemulojn |
batalemulo (eo)