bambuo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bambuo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bambuo | bambuoj |
αιτιατική | bambuon | bambuojn |
bambuo (eo)
- το μπαμπού
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bambuo | bambuoj |
αιτιατική | bambuon | bambuojn |
bambuo (eo)