bédo
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
bédo | bédos |
bédo (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
bédo | bédos |
bédo (fr) αρσενικό