ascent
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
ascent | ascents |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαascent (en)
Πηγές
επεξεργασία- ascent - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 926. ISBN 9780194325684., λήμμα: ύψωση