Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
as usual
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Έκφραση
1.2.1
Άλλες μορφές
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
as usual
< →
δείτε
τις λέξεις
as
και
usual
Έκφραση
επεξεργασία
as usual
(en)
(
ιδιωματισμός
)
κατά
τη
συνήθειά
μου
⮡
He was late again
as usual
.
Άργησε πάλι
κατά τη συνήθειά του
.
Άλλες μορφές
επεξεργασία
as per usual
per usual
Πηγές
επεξεργασία
usual (idioms): as usual
-
Oxford Learner's Dictionaries