app
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- app < application
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
app | apps |
app (en)
- συντομογραφία του application
- (πληροφορική) εφαρμογή (πρόγραμμα), συνήθως μικρή εφαρμογή που έχει σχεδιαστεί για φορητή συσκευή
Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- app στην αγγλική Βικιπαίδεια