apologo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | apologo | apologoj |
αιτιατική | apologon | apologojn |
apologo (eo)
- ο μύθος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | apologo | apologoj |
αιτιατική | apologon | apologojn |
apologo (eo)