Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ami < λατινική amicus

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.mi/
 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
ami amis

ami (fr) αρσενικό



Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα ami
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας amas amanta amata
αόριστος amis aminta amita
μέλλοντας amos amonta amota
υποθετική amus - -
προστακτική amu - -

ami (eo)