Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
amarrage amarrages

  Ουσιαστικό επεξεργασία

amarrage (fr) αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη amarre