amandine
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- amandine < amande
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
amandine | amandines |
amandine (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης : Amandine |
ενικός | πληθυντικός |
amandine | amandines |
amandine (fr) θηλυκό