albi
Ίντο (io)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαalbi (io)
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαalbi
- γενική ενικού του albus στο αρσενικό και στο ουδέτερο γένος
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του albus στο αρσενικό γένος