akvopipo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvopipo | akvopipoj |
αιτιατική | akvopipon | akvopipojn |
akvopipo (eo)
- ο ναργιλές
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvopipo | akvopipoj |
αιτιατική | akvopipon | akvopipojn |
akvopipo (eo)