airbag
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
airbag | airbags |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
airbag | airbags |
Ετυμολογία
επεξεργασία- airbag < (άμεσο δάνειο) αγγλική airbag
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (fr) αρσενικό
Δανικά (da)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (da)
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (it)
Νορβηγικά (no)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (no)
Συνώνυμα
επεξεργασία
Ολλανδικά (nl)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (nl)
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (pt)
Τσεχικά (cs)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαairbag (cs)