Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
air steward air stewards

  Ετυμολογία επεξεργασία

air steward < → δείτε τις λέξεις air και steward

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

air steward (en) αρσενικό (θηλυκό air stewardess)

Συνώνυμα επεξεργασία