adamantin
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | adamantin | adamantins |
θηλυκό | adamantine | adamantines |
Επίθετο
επεξεργασίαadamantin (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | adamantin | adamantins |
θηλυκό | adamantine | adamantines |
adamantin (fr)