Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

abbiamo (it)

  1. α΄ πρόσωπο πληθυντικού οριστικής & υποτακτικής ενεστώτα του avere
    ⮡  non abbiamo problemi seri - λείπει η μετάφραση
  2. α΄ πρόσωπο πληθυντικού προστακτικής του avere